Κυριακή 20 Αυγούστου 2017

Το χρονικό της «μαύρης» Παρασκευής του 2007


Περίπου 1.500 σπίτια θα καούν ολοσχερώς και περισσότεροι από 6.000 άνθρωποι θα μείνουν άστεγοι. Σχεδόν 4,5 εκατ. ελαιόδεντρα θα γίνουν στάχτη και μαζί τους περισσότερα από 60.000 ζωντανά.

Το συνολικό κόστος της καταστροφής θα αποτιμηθεί σε περισσότερα από 3,5 δισ. ευρώ. Ο νομός Ηλείας θα βρεθεί στην κορυφή της λίστας των περισσότερο πληγέντων νομών και θα ακολουθήσουν οι Αττική (φωτιές Πάρνηθας και Υμηττού), Λακωνία, Μεσσηνία, Αρκαδία, Κορινθία, Εύβοια.

Η κυβέρνηση Καραμανλή βρίσκεται σε αδιέξοδο. Την επόμενη μέρα της ανείπωτης τραγωδίας στην Ηλεία, στις 25 Αυγούστου, ο πρωθυπουργός προβαίνει σε διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό, κηρύσσοντας τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ενώ παράλληλα ανακοινώνει τα πρώτα μέτρα ανακούφισης και την ίδρυση του Ταμείου Αρωγής που θα μείνει γνωστό στη συνέχεια ως Ταμείο Μολυβιάτη.



Περισσότερες από 15 χώρες (Ισπανία, Ιταλία, Ισραήλ, Γαλλία, Ελβετία, Ρωσία, Τουρκία, Σουηδία, Γερμανία κ.ά.) ανταποκρίνονται στο κάλεσμα της Ελλάδας για βοήθεια και στέλνουν πυροσβεστικές δυνάμεις, κυρίως αεροπλάνα και ελικόπτερα.

Η συχνότητα των πυρκαγιών και τα αλλεπάλληλα μέτωπα σε διαφορετικά σημεία της χώρας φουντώνουν εκτός από τις φλόγες και τη συνωμοσιολογία και πλέον γίνεται λόγος για οργανωμένο σχέδιο εμπρησμών. Κάποιοι πάνε το πράγμα ακόμα πιο πέρα, μιλώντας για Τούρκους πράκτορες που αλωνίζουν την Ελλάδα και βάζουν φωτιές.

Οι παροχές που μοιράζει αφειδώς η κυβέρνηση τις επόμενες μέρες (3.000 ευρώ σε όποιον έκανε μια απλή δήλωση πως είναι πυρόπληκτος, χωρίς κανέναν έλεγχο) είναι προφανές πως δίνονται για να καταλαγιάσει η λαϊκή κατακραυγή. «Μέχρι και από την Αθήνα κατέβαιναν να πάρουν τα λεφτά τότε. Ανθρωποι που δεν είχαν καμία σχέση με τον νομό», θα μας πει συνταξιούχος, πλέον, υπάλληλος της νομαρχίας Ηλείας που συμμετείχε τότε στη διαδικασία.


Στις 26 Αυγούστου οι φωτιές που καίνε την Ηλεία θα περικυκλώσουν τον αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Ολυμπίας. Από τον Νότο καίγονται η Ανδρίτσαινα, τα Κρέστενα, η περιοχή της Ζαχάρως, από τον Βορρά έρχεται ένα άλλο μέτωπο από το ορεινό χωριό Κλινδιά, το οποίο αφού πέρασε από Αγία Αννα, Γούμερο, Μουζάκι, Κουτσοχέρα, Καράτουλα, «σκάει» στην πεδιάδα της Ολυμπίας και συναντιέται με το μέτωπο του Νότου. Μαζί, ξεπερνούν τα 60 χιλιόμετρα σε μήκος.

Αν ανατρέξει κανείς στα βίντεο των τηλεοπτικών ανταποκρίσεων της εποχής, θα ακούσει τις αγωνιώδεις εκκλήσεις των πυροσβεστών προς το συντονιστικό κέντρο να σταλούν ενισχύσεις ώστε να μην μπει η φωτιά μέσα στην Αρχαία Ολυμπία. Οι τηλεοπτικές εικόνες θα δείξουν απεγνωσμένους εποχικούς πυροσβέστες να προσπαθούν να ανοίξουν τους κρουνούς μέσα στον αρχαιολογικό χώρο και αυτοί να μη δουλεύουν.

Ωστόσο, αυτό που μένει στη μνήμη είναι η εικόνα του υπουργού Βύρωνα Πολύδωρα να μετακινεί με τη βοήθεια υψηλόβαθμων στελεχών της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας έναν... κορμό δύο μέτρα πιο πέρα, μεταδίδοντας έτσι την εικόνα στον κόσμο που παρακολουθεί σοκαρισμένος τα όσα συμβαίνουν πως η κυβέρνηση βρίσκεται εκεί και βοηθά...
Τριπλασιασμός πλημμυρών, πεντα-πλασιασμός κατολισθήσεων

Δέκα χρόνια μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2007 στην Ηλεία, οι επιπτώσεις τους συνεχίζονται ακόμα, καθώς τα πλημμυρικά φαινόμενα και οι κατολισθήσεις έχουν πολλαπλασιαστεί εντυπωσιακά στην περιοχή.

Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από έρευνα που πραγματοποίησαν Ελληνες επιστήμονες με τίτλο «Η επίδραση των μεγάλων δασικών πυρκαγιών στις πλημμύρες και τις κατολισθήσεις. Η περίπτωση των πυρκαγιών του 2007 στην Ηλεία, Ελλάδα».

Στην έρευνα εξετάζεται ο αριθμός των πλημμυρών και των κατολισθήσεων στην περιοχή πριν και μετά την εκδήλωση των πυρκαγιών και βασίστηκε σε παρατηρητικά στοιχεία που συλλέχθηκαν από διάφορες πηγές δεδομένων κατά την περίοδο 1989–2016.

Από την επεξεργασία τους διαπιστώθηκε ότι η πυρκαγιά του 2007 συνέβαλε στην αύξηση της μέσης συχνότητας εμφάνισης πλημμυρών κατά 3,3 φορές, ενώ η συχνότητα των κατολισθήσεων στην περιοχή έχει αυξηθεί κατά 5,6 φορές σε σχέση με το χρονικό διάστημα πριν από την πυρκαγιά.

Μάλιστα, η έρευνα υπολογίζει ότι ενώ πριν από το 2007 στην ευρύτερη περιοχή συνέβαινε κατά μέσο όρο 1 πλημμύρα ανά 1,6 έτος, μετά την πυρκαγιά συμβαίνει κατά μέσο όρο 1 πλημμύρα ανά περίπου 4 μήνες!

Με τη χρήση διαφόρων μεθοδολογιών τεκμηριώθηκε ότι η αύξηση, τόσο στις πλημμύρες όσο και στις κατολισθήσεις, δεν οφείλεται σε κάποιον άλλο παράγοντα (π.χ. αύξηση των βροχοπτώσεων, ανθρώπινο παράγοντα, μεταβολές στις χρήσεις γης κ.λπ.), αλλά αποκλειστικά στην πυρκαγιά του 2007.



Επιπλέον, οι περιοχές που επλήγησαν από πυρκαγιές καταγράφουν σημαντική αύξηση της εμφάνισης και των δύο φαινομένων, παρουσιάζοντας αξιοσημείωτα μεγαλύτερη αύξηση σε σύγκριση με τις γειτονικές περιοχές που δεν επηρεάστηκαν από τις πυρκαγιές. Η δε εξέταση της μηνιαίας εμφάνισης συμβάντων έδειξε αύξηση αυτών ακόμη και σε μήνες του έτους που η ένταση των βροχοπτώσεων παρουσίαζε μειούμενες τάσεις.

Οι πυρκαγιές προκάλεσαν τεράστια διαταραχή στη βλάστηση, και στις πληγείσες περιοχές χρειάστηκαν περίπου 2 χρόνια ώστε αυτή να ανακάμψει.

Ωστόσο, οι διαφορές στο είδος της βλάστησης θεωρούνται σημαντικοί παράγοντες για την παρατηρούμενη αύξηση των πλημμυρών και των κατολισθήσεων, καθώς τα ψηλά δάση έχουν υποκατασταθεί από χαμηλότερη βλάστηση.

Πρέπει να σημειωθεί πως παρότι στην επιστημονική κοινότητα είναι γνωστή η επίπτωση των πυρκαγιών στη διάβρωση και στα πλημμυρικά φαινόμενα, στη συγκεκριμένη μελέτη προσδιορίστηκε για πρώτη φορά σε παγκόσμιο επίπεδο η έκταση της επίπτωσης - το πόσο δηλαδή μπορεί μια πυρκαγιά να αυξήσει τις πλημμύρες και τις κατολισθήσεις σε μια περιοχή.

Εξάλλου, η έρευνα επισημαίνει ότι θερμά καλοκαίρια, όπως αυτό του 2007, που εκτιμάται ότι θα είναι πιο συχνά τις επόμενες δεκαετίες λόγω της κλιματικής αλλαγής, είναι πιθανόν να προκαλέσουν περισσότερες πυρκαγιές, οι οποίες με τη σειρά τους θα συνοδεύονται από μια περίοδο διάρκειας έως και μία δεκαετία αύξησης των πλημμυρών και των κατολισθήσεων.

Η συγκεκριμένη έρευνα πραγματοποιήθηκε από την ερευνητική ομάδα των: Διακάκη Μ., Νικολόπουλου Ε.Ι., Μαυρούλη Σ., Βασσιλάκη Ε., Κορακάκη Ε., στελέχη του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος), του Πανεπιστημίου του Κονέκτικατ (UCONN) και του WWF Ελλάδας.
Βαριές ποινές σε νομάρχη, δήμαρχο, πυροφύλακα και στην... αμελή νοικοκυρά

Συνολικές ποινές φυλάκισης 160 χρόνων (κατά συγχώνευση) ήταν η ετυμηγορία της Δικαιοσύνης σε δεύτερο βαθμό για τις καρβουνιασμένες ψυχές της φονικής πυρκαγιάς της Ηλείας και για τα χιλιάδες στρέμματα αποτεφρωμένης γης.

Μια ετυμηγορία που εκδόθηκε από το Εφετείο του Πύργου, το 2014, και κατέστη στον Αρειο Πάγο αμετάκλητη δέκα χρόνια μετά τη διάπραξη ενός από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της Μεταπολίτευσης σε βάρος της ανθρώπινης ζωής, του περιβάλλοντος, αλλά και του πολιτισμού μας.

Η στροφή όπου εκείνο το απομεσήμερο του Αυγούστου κάηκαν ζωντανοί άνθρωποι και ξεκληρίστηκαν οικογένειες | EUROKINISSI/ΑΝΤΩΝΗΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ


Σύμφωνα με την απόφαση του Εφετείου, οι κατηγορούμενοι κηρύχθηκαν ένοχοι γιατί αντιμετώπισαν «γραφειοκρατικά και επιφανειακά» τις προειδοποιήσεις για την επερχόμενη καταστροφή.

Τα αδικήματα για τις 36 ζωές που χάθηκαν και τη γη που επλήγη βάναυσα ήταν «ανθρωποκτονία από αμέλεια, κατά συρροή, εμπρησμός δάσους και πραγμάτων από αμέλεια».

Το πρωτόδικο δικαστήριο είχε επιβάλει στους κατηγορούμενους συνολικές ποινές φυλάκισης κατά συγχώνευση 223,5 χρόνων, τις οποίες το δικαστήριο μείωσε κατά 63 χρόνια, ενώ κήρυξε αθώο τον τότε προϊστάμενο του Π.Κ. Κρεστένων Νικόλαο Μιχαλόπουλο για τον χαμό των τριών ηρωικών εποχικών δασοπυροσβεστών.

Τρεις από τους καταδικασθέντες προσέφυγαν στον Αρειο Πάγο ζητώντας την αναίρεση της εφετειακής απόφασης, την οποία όμως το Ποινικό Τμήμα του ανώτατου δικαστηρίου της χώρας δεν έκανε δεκτή. Επικυρώνοντας έτσι την απόφαση των εφετών και υιοθετώντας παράλληλα την πρόταση της αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Θεοφανίας Κοντοθανάση.

Ακολούθησαν και οι τελεσίδικες αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Πατρών κατά του Δημοσίου με τις οποίες επιδίκασε χρηματική ικανοποίηση στους συγγενείς των θυμάτων λόγω ψυχικής οδύνης. Ανάμεσά τους και ο τραγικός πατέρας, σύζυγος και γιος Γ. Παρασκευόπουλος από το χωριό Αρτέμιδα, ο οποίος έχασε στη φωτιά όλη του την οικογένεια: τέσσερα ανήλικα παιδιά, γυναίκα και μάνα.

Ετσι, οριστικά και αμετάκλητα για τις ψυχές που χάθηκαν το πύρινο καλοκαίρι του 2007 στην Ηλεία, καταδικάστηκαν σε ποινή φυλάκισης 40 χρόνων, έκαστος, ο πρώην νομάρχης Ηλείας, Χ. Καφύρας, ο τότε δήμαρχος Ζαχάρως, Παντ. Χρονόπουλος, ο πυροφύλακας Μίνθης, Π. Τσούρας, και η νοικοκυρά Σοφία Νικολοπούλου, η οποία άναψε φωτιά σε εξωτερικό χώρο του σπιτιού της και στη συνέχεια την άφησε ανεπιτήρητη. Οπως είναι γνωστό στις μεγάλες ποινές εκτιτέα εκ του νόμου είναι μόνο τα δέκα χρόνια.

Ανάμεσα στα συμπεράσματα της Δικαιοσύνης για τη μαρτυρική Αρτέμιδα ήταν ότι «οι κάτοικοί της θα μπορούσαν να είχαν σωθεί εάν συγκεντρώνονταν στην εκκλησία του χωριού και δεν επικρατούσε πανικός, που οδήγησε τελικά πολλούς από αυτούς να επιλέξουν λάθος δρόμο διαφυγής και τελικά να καούν».

«Υστερα από 10 χρόνια δικαστικού αγώνα, οι συγγενείς των θυμάτων δικαιώθηκαν πλήρως», δηλώνει στην «Εφ.Συν.» ο εκ των δικηγόρων των συγγενών των θυμάτων Αντώνης Φούσας (έτεροι δικηγόροι Μάνος Σταύρου και Δημήτρης Κουσουρής).

«Από τα ποινικά δικαστήρια μέχρι και το Εφετείο Πατρών επέβαλαν στους υπευθύνους μεγάλες ποινές και οι σχετικές αποφάσεις επικυρώθηκαν από τον Αρειο Πάγο, ενώ οι συγγενείς των θυμάτων δικαιώθηκαν και από τα διοικητικά δικαστήρια. Οι αποφάσεις αυτές -καταλήγει ο Αντώνης Φούσας- είναι μια δικαίωση, αλλά βεβαίως ο πόνος των συγγενών των θυμάτων είναι αγιάτρευτος».
Η τραγωδία έξω από την Αρτέμιδα της Ηλείας

Εκείνη την Παρασκευή, 24 Αυγούστου 2007, στη χαράδρα που χωρίζει τα χωριά Αρτέμιδα, Μάκιστος από τη μια πλευρά και Χρυσοχώρι από την άλλη, συναντήθηκαν ουσιαστικά τρεις φωτιές. Η μία που ερχόταν από ανατολικά, από το χωριό Σέκουλα, η δεύτερη βορειοδυτικά από το χωριό Γκρέκα και η τρίτη που άναψε το μεσημέρι της Παρασκευής μέσα στη χαράδρα, στο Παλαιοχώρι.





Η τελευταία θα είναι εκείνη που θα περάσει μέσα από τα χωριά Μάκιστος και Αρτέμιδα, κι εκείνη που θα προλάβει στη μοιραία στροφή τον πανικόβλητο κόσμο που προσπαθούσε να ξεφύγει με τα αυτοκίνητα, αλλά και το πλήρωμα του πυροσβεστικού οχήματος, που είχαν εγκλωβιστεί από τις υπόλοιπες φωτιές. Αναλυτικότερα, ένα προσεγμένο χρονικό εκείνης της μέρας παρουσιάζει σε ρεπορτάζ στις 26 Αυγούστου του 2007 η εφημερίδα «Καθημερινή»:

12.30. Ο αντιδήμαρχος Ζαχάρως Σπύρος Μπηλιώνης βρίσκεται στο Δημαρχείο του. Βλέπει καπνό να έρχεται από τη χαράδρα έξω από τη Ζαχάρω.

12.45. Τηλεφωνεί στο Πυροσβεστικό Σώμα Κρεστένων. Τον καθησυχάζουν κάπως. «Η φωτιά είναι στον Ταΰγετο». Αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν να βλέπει τη φωτιά από τόσο μεγάλη απόσταση.

13.30. Ο αντιδήμαρχος ξανατηλεφωνεί στην Πυροσβεστική Κρεστένων. «Η φωτιά είναι στον Ταΰγετο, αντιδήμαρχε...».

13.45. Στο τρίτο τηλεφώνημά του στο Πυροσβεστικό Σώμα, «η φωτιά εντοπίζεται στην Καρύταινα».

14.00. Ο αντιδήμαρχος τηλεφωνεί στον Δήμαρχο Ζαχάρως Πανταζή Χρονόπουλο. «Βλέπω καπνό, πάμε να δούμε γιατί ανησυχώ, θα καούμε όλοι». Τηλεφωνεί στο Παλαιοχώρι. «Η φωτιά είναι εδώ!» κραυγάζει τώρα μια φωνή.

14.05. Ο Σπύρος Μπηλιώνης επιβιβάζεται στο τζιπ του Δημαρχείου και ξεκινάει με κατεύθυνση για Μάκιστο. Ειδοποιεί τον αδερφό του. Ξεκινά κι αυτός προς Μάκιστο, προλαβαίνει και ενημερώνει τον πρόεδρο Χρυσοχωρίου.

14.15. Το τζιπ κατευθύνεται προς Αρτέμιδα. Ο καπνός πυκνώνει. Δεκάδες αυτοκίνητα από την Αρτέμιδα και τη Μάκιστο βρίσκονται στην κάθοδο προς Ζαχάρω.

14.20. Το Πυροσβεστικό Σώμα Πύργου λαμβάνει τηλεφώνημα από το Παλαιοχώρι για φωτιά σε εξέλιξη. Τρία Πυροσβεστικά αναχωρούν για το Παλαιοχώρι.

14.30. Η φωτιά φτάνει στη Μάκιστο, χωριό τριακοσίων ανθρώπων. Ο πρόεδρος, Νίκος Πόθος, ακούει φωνές που λένε «φωτιά απέναντι στο Παλαιοχώρι».

14.35. Ο Γιώργος Παρασκευόπουλος γευματίζει με την οικογένειά του, τη σύζυγο και τα τέσσερα παιδιά τους στο σπίτι της μητέρας του στην Αρτέμιδα. Το σπίτι του είναι κοντά στην είσοδο του χωριού. Εχουν έρθει για το Σαββατοκύριακο. Μαζί τους είναι και ο αλβανικής καταγωγής εργάτης, Σπύρος Κιόσια. Βλέπουν καπνό.

14.40. Τρία Πυροσβεστικά Οχήματα αναχωρούν από τα Κρέστενα για την περιοχή που φλέγεται. Τα δύο, σπεύδουν προς Αρτέμιδα και Παλαιοχώρι και το τρίτο παραμένει στον δρόμο ανάμεσα στη Σμέρνα και την Αρτέμιδα μήπως σβήσει τη φωτιά που πλησιάζει με μανία από τις πλαγιές.

14.45. Ο Σπύρος Κιόσια στην Αρτέμιδα βλέπει τα πρώτα πυροσβεστικά αεροπλάνα στον αέρα. Η Εκκλησία του χωριού τυλιγμένη στις φλόγες.

15.00. Ο Γιώργος Παρασκευόπουλος λέει στη σύζυγό του Αθανασία να πάρει τα παιδιά και τη μητέρα του και να φύγουν για τη Ζαχάρω. Ζητάει από τον Σπύρο να τους ακολουθήσει με το μηχανάκι μέχρι τη Ζαχάρω για να βεβαιωθεί ότι είναι καλά. Ο ίδιος μένει πίσω για να προστατεύσει το σπίτι του.

15.05. Πυροσβεστικό όχημα παλεύει να σβήσει τη φωτιά στη Μάκιστο. Οι κάτοικοι είναι συγκεντρωμένοι στην πλατεία. Καίγονται σπίτια. Περιπολικό ειδοποιεί τους κατοίκους να εκκενώσουν το χωριό. Ο πρόεδρος Νίκος Πόθος τρέχει να σωθεί. Πορεύεται προς τη Ζαχάρω. Στο δρόμο τον προλαβαίνει η φωτιά. Δίπλα του καίγονται δυο συγχωριανοί του με τα ζώα τους. Συνεχίζει να τρέχει.
Τα εκκλησάκια έξω από την Αρτέμιδα θυμίζουν σήμερα στον επισκέπτη το μεγάλο κακό που βρήκε την περιοχή | ΕΦ.ΣΥΝ. /ΔΗΗΤΡΗΣ ΤΕΡΖΗΣ


15.10. Το αυτοκίνητο της Αθανασίας Παρασκευοπούλου φθάνει είκοσι μέτρα από το σημείο που βρίσκεται το πυροσβεστικό. Αδιέξοδο. Ο δρόμος κλειστός. Ούτε προς τα πάνω υπάρχει διαφυγή. Τα αυτοκίνητα κορνάρουν. Επικρατεί χάος.

15.20-15.30. Καυτός αέρας χτυπάει με ορμή τα σταθμευμένα αυτοκίνητα. Ο Σπύρος Κιόσια αφήνει το μηχανάκι και πεζός κατευθύνεται προς τους πυροσβέστες. Είναι άσπροι σαν το πανί και παγωμένοι. Βουτάει τη γιαγιά με τα παιδιά και τους λέει να τρέξουν προς την πλαγιά. Η φωτιά έρχεται από παντού. Ακούγονται δυνατές εκρήξεις. Τα παιδιά ουρλιάζουν. Η φωτιά έρχεται από όλες τις κατευθύνσεις.

Ο αντιδήμαρχος Αντώνης Κρέσπης τρέχει να σωθεί με πορεία προς τα χωράφια. Στον λόφο συναντάει τον Σπύρο Κιόσια. Είναι μαζί τους και ένας τρίτος άνδρας. Σκάβουν με τα χέρια τους το χώμα. Ο Σπύρος πετάει το κινητό του τηλέφωνο για να μην «ανατιναχτεί».

Ο αντιδήμαρχος κρατάει το κινητό του στην τσέπη του. Ο τρίτος άνδρας καίγεται δίπλα τους. Σκεπάζουν τα πρόσωπά τους με χώμα. Η λάβα περνάει από πάνω τους. Δευτερόλεπτα. Περνάει από πάνω τους και ίσα που τους χαϊδεύει. Ολα καίγονται γύρω. Δεκατέσσερις άνθρωποι απανθρακώνονται.

15.30. Το αυτοκίνητο του δημάρχου ανάμεσα στην Αρτέμιδα και τη Μάκιστο συναντάει τον πρόεδρο της Μακίστου Νίκο Πόθο. Εχει εμφανή εγκαύματα. Επιβιβάζεται στο αυτοκίνητο και κάνουν αναστροφή προς Αρτέμιδα.

Εκεί βρίσκουν και άλλους καμένους. Μαζεύονται στην εκκλησία. Ο δήμαρχος δίνει λάδι σε όλους και αλείφονται στο σώμα τους. Καταβρέχουν με νερό και το προαύλιο. Προσεύχονται και περιμένουν.

16.00 Ο κοινοτάρχης Αρτέμιδας λαμβάνει τηλεφώνημα από τον αδερφό του Θανάση Κόσσυφα, πρώην αστυνομικό. Eίναι στο χωράφι με τις ελιές. Του λέει ότι καίγεται και τον αποχαιρετάει. Το πτώμα του θα μαζέψει ο ίδιος λίγο μετά.

16.30. Φθάνει στην Αρτέμιδα ο διοικητής του Πυροσβεστικού Σώματος Πύργου μαζί και ο δασάρχης. Φεύγουν όλοι για Ζαχάρω μέσα από τα χωράφια.

17.00. Φορτωτής περνάει και ανοίγει τον δρόμο. Ρίχνει το πυροσβεστικό όχημα στο πλάι του δρόμου.

18.30. Ο Σπύρος Κιόσια και ο αντιδήμαρχος Αντώνης Κρέσπης είναι ακόμη ξαπλωμένοι στο χώμα. Είναι καμένοι αλλά ζωντανοί. Ο αντιδήμαρχος τηλεφωνεί στην κόρη του. Ο Σπύρος νυστάζει αλλά δεν κοιμάται. Σηκώνονται. Περπατούν. Τους παίρνει το ΕΚΑΒ.

18.40-22.00. Τηλεοπτικό συνεργείο φθάνει στο σημείο της τραγωδίας. Παντού πτώματα. Τραβάει τα πρώτα πλάνα. Αυτοκίνητα ανεβοκατεβαίνουν τον δρόμο για την Αρτέμιδα. Συγγενείς ψάχνουν για τους δικούς τους. Τα πτώματα δεν έχουν μετακινηθεί.

22.00. Φθάνει περιπολικό στο σημείο της τραγωδίας, επικοινωνεί με το τμήμα στη Ζαχάρω. Ζητάει κλιμάκιο για να μαζέψει τα πτώματα.

00.30. Κλιμάκιο της αστυνομίας φθάνει στο σημείο της τραγωδίας μαζί με έξι ασθενοφόρα. Ανθρωποι με φακούς μετρούν τους νεκρούς και μαζεύουν τα πτώματα. Είναι μαύρη νύχτα.
«Χριστίνα, καίγομαι!»

Επικοινωνήσαμε με τη Χριστίνα Δρακοπούλου, αδελφή του εποχικού δασοπυροσβέστη Γιάννη Δρακόπουλου, ο οποίος ήταν ένα από τα τρία μέλη του πυροσβεστικού οχήματος που κάηκαν έξω από το χωριό.


«Με είχε πάρει τηλέφωνο πριν», λέει, «και μου είπε ότι θα πάνε σε φωτιά στο Παλιοχώρι. Εγώ εκείνη την ώρα έβλεπα στην τηλεόραση τις φωτιές στην Αρεόπολη, εκεί που είχε νεκρούς. Λίγο αργότερα μου έστειλε μήνυμα και μου έγραφε “είναι μεγάλη η φωτιά”. Την τρίτη φορά που επικοινώνησε μαζί μου, άκουσα ουρλιαχτά και τον ίδιο να μου λέει: “Χριστίνα, καίγομαι”. Μετά δεν υπήρχε τίποτε άλλο. Εφυγα σαν τρελή από το σπίτι και πήγα στα Κρέστενα, στο δασαρχείο. Τους ρώτησα αν έχουν επικοινωνία με το πυροσβεστικό. Με κοίταζαν περίεργα. Αφού τους το ξανάπα προσπάθησαν να επικοινωνήσουν: “Ητα 42 από κέντρο, λαμβάνεις; Ητα 42 από κέντρο”. Δεν απαντούσε κανείς και τότε τα χρειάστηκαν, άρχισαν όλοι οι ασύρματοι να καλούν το Ητα 42. Είχαν ήδη καεί όμως».
Πού πήγαν τα λεφτά του «ταμείου Μολυβιάτη»;

Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά σήμερα πού σπαταλήθηκε κάθε σεντ του Ειδικού Ταμείου Αντιμετωπίσεως Εκτάκτων Αναγκών που συστάθηκε από την κυβέρνηση Καραμανλή, συγκεντρώνοντας δωρεές ιδιωτών για την ανακούφιση των πληγέντων από τη φωτιά.


Το περιβόητο Ταμείο Μολυβιάτη, όπως, έμεινε στην ιστορία, μια και αρχικά τη διαχείρισή του είχε ο Πέτρος Μολυβιάτης, με πρωτοβουλία της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ ενσωματώθηκε στο Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων, τρία χρόνια μετά την αρχική του σύσταση και από εκεί και πέρα έχασε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα.

Η «Εφ.Συν.» με σειρά δημοσιευμάτων από το 2013, είχε επισημάνει τα κενά στα ποσά που λεγόταν ότι υπάρχουν μέσα στον λογαριασμό, στον οποίο είχαν συγκεντρωθεί 215 εκατ. ευρώ. Στην πορεία, όμως, και στη μεταβίβασή του στο πρόγραμμα των δημόσιων επενδύσεων, «εξαφανίστηκαν» περίπου 28 εκατ. ευρώ, τα οποία κανείς δεν φαίνεται να γνωρίζει πού πήγαν.

Την ίδια ώρα τα χρήματα του Ταμείου τροφοδοτούσαν έργα σε περιοχές άσχετες με την Ηλεία και γενικότερα με τις φωτιές. Αυτό άλλωστε αποδείχθηκε κι από σχετικό πόρισμα που συνέταξε το 2013 η Επιτροπή Περιβάλλοντος της Βουλής.

Ειδικότερα ανέφεραν πως τουλάχιστον 27 εκατ. ευρώ από το εν λόγω Ταμείο κατέληξαν σε περιοχές που δεν είχαν καταστραφεί από φωτιές και σε έργα άσχετα με την αποκατάσταση πυροπλήκτων. Με την υπόθεση του Ταμείου ασχολήθηκε και η Δικαιοσύνη, αλλά κανείς δεν ξέρει τι απέγινε με τη σχετική έρευνα.

Εντύπωση, πάντως, προκαλεί το γεγονός ότι ακόμα και ο ΣΥΡΙΖΑ, που την εποχή κατά την οποία βρισκόταν στην αντιπολίτευση είχε κάνει «σημαία» το Ταμείο και βουλευτές του είχαν κάνει αλλεπάλληλες ερωτήσεις αναφορικά με το πού πήγαν τα λεφτά, «ξέχασε» το θέμα μόλις έγινε κυβέρνηση. Αλήθεια, πού πήγαν τα λεφτά;

εφ συν - Συντάκτης: 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.